Κατά την άφιξή του στην άτυπη Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βερσαλλίες, ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, έκανε την ακόλουθη δήλωση:
"Βρισκόμαστε εδώ, στις Βερσαλλίες, στο έκτακτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στη σκιά του μεγαλύτερου πολέμου που έχει γνωρίσει η ευρωπαϊκή ήπειρος μετά το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Καταρχάς, θέλω να εκφράσω τον αποτροπιασμό μου για όσα συνέβησαν χθες στην Μαριούπολη: οι τραγικές εικόνες που είδαμε με τον βομβαρδισμό ενός μαιευτηρίου. Και να κάνω ακόμα μία φορά μια έκκληση για κατάπαυση του πυρός όσο το δυνατόν πιο σύντομα, αλλά και για ανθρωπιστικούς διαδρόμους έτσι ώστε όσοι θέλουν να εγκαταλείψουν τις εμπόλεμες ζώνες, να μπορέσουν να το κάνουν με ασφάλεια. Θα έχουμε την ευκαιρία να συζητήσουμε τις σημαντικές επιπτώσεις από αυτή την Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Να επαναβεβαιώσουμε, προφανώς, την ενότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την αποφασιστικότητά μας να συνεχίσουμε και να εντείνουμε το πλαίσιο των κυρώσεων, έτσι ώστε να ασκήσουμε την μέγιστη δυνατή πίεση στην Ρωσία να προσέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Θα συζητήσουμε, όμως, και τις επιπτώσεις των εξελίξεων, των γεωπολιτικών εξελίξεων, στην αγορά ενέργειας. Θέλω να θυμίσω ότι προχθές έστειλα στην Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μία επιστολή με την οποία ζητώ ευρωπαϊκή παρέμβαση ώστε να μπει πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου στη χονδρική αγορά. Απαιτείται μια ευρωπαϊκή αντίδραση έτσι ώστε να προστατεύσουμε καταναλωτές, επιχειρήσεις, αγρότες, από αυξομειώσεις στις τιμές του φυσικού αερίου και κατά συνέπεια της ηλεκτρικής ενέργειας, που δεν υπαγορεύονται από κανόνες προσφοράς και ζήτησης αλλά είναι αποτέλεσμα αποκλειστικά και μόνο κερδοσκοπίας στην αγορά του φυσικού αερίου.
Θα συζητήσουμε, βεβαίως, και τα ζητήματα που αφορούν τη στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης. Η Ελλάδα είναι χώρα η οποία έχει βρεθεί στην πρώτη γραμμή αυτής της συζήτησης. Πιστεύουμε στην ανάγκη η Ευρώπη να ευθυγραμμίσει τη γεωπολιτική της ισχύ με τις οικονομικές της δυνατότητες. Και θα έλεγα ότι οι εξελίξεις στην Ουκρανία αποτέλεσαν ουσιαστικά τη βίαιη «ενηλικίωση» της ηπείρου μας. Και υπάρχει αυτή τη στιγμή η δυνατότητα και διαμορφώνεται, νομίζω, η συναίνεση για να μπορέσουμε να κινηθούμε πολύ πιο γρήγορα, πολύ πιο ουσιαστικά, πολύ πιο αποτελεσματικά σε αυτό το πεδίο. Και βέβαια να εξαιρέσουμε ένα μέρος ή ενδεχομένως και όλες τις αμυντικές δαπάνες από τους υπολογισμούς του ελλείμματος, έτσι ώστε χώρες όπως η Ελλάδα οι οποίες ιστορικά ξοδεύουν περισσότερα σε αμυντικές δαπάνες από άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, να μην τιμωρούνται γι’ αυτή τους τη στρατηγική επιλογή."