Την Παρασκευή 10 Ιουνίου, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, αναφέρθηκε στους δύο Βρετανούς και έναν Μαροκινό που καταδικάστηκαν σε θάνατο από το δικαστήριο της αυτοανακηρυχθείσας Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντόνετσκ, καθώς βρέθηκαν ένοχοι για μισθοφορικές δραστηριότητες, λέγοντας ότι: "Αυτή τη στιγμή οι δίκες στις οποίες αναφέρεστε διεξάγονται με βάση τη νομοθεσία της Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντονέτσκ, διότι τα εν λόγω εγκλήματα διαπράχθηκαν στο έδαφός της. Οι δύο Βρετανοί, ο Έϊντεν Άσλιν και ο Σον Πίνερ, όπως και ο Μαροκινός Σααντούν Μπραχίμ κρίθηκαν ένοχοι για μισθοφορικές δραστηριότητες και για τη διάπραξη ενεργειών που είχαν στόχο την κατάληψη της εξουσίας και την ανατροπή της συνταγματικής τάξης στη Λαϊκή Δημοκρατία του Ντονέτσκ."
Από την πλευρά του ο κυβερνήτης της επαρχίας Λουγκάνσκ, Σέρχι Χαϊντάι, υποστήριξε στο Βρετανικό ραδιοφωνικό σταθμό BBC Radio 4 ότι οι δύο Βρετανοί που καταδικάστηκαν σε θάνατο είναι κανονικοί στρατιώτες. Ειδικότερα, ο κ. Χαϊντάι ανέφερε πως: "Όλοι οι άνθρωποι που έρχονται να πολεμήσουν με την Ουκρανική πλευρά υπογράφουν έγγραφα με τον στρατό της Ουκρανίας και άρα αποκτούν επίσημο καθεστώς. Αυτό σημαίνει ότι προστατεύονται από τη Συνθήκη της Γενεύης και δεν μπορούν να καταδικαστούν σε θάνατο, ακόμη κι αν δεν είναι Ουκρανοί πολίτες. Απ’ όσο ξέρω οι δικηγόροι ήδη έχουν ασκήσει έφεση εναντίον της απόφασης και πιστεύω ότι αυτό που συμβαίνει είναι απλώς πολιτική πίεση από την πλευρά της Ρωσίας".