Στην Ολομέλεια της Βουλής μίλησε η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, Μίνα Γκάγκα, για το νομοσχέδιο με τίτλο "Δευτεροβάθμια περίθαλψη, ιατρική εκπαίδευση, μισθολογικές ρυθμίσεις για τους ιατρούς και οδοντιάτρους του Εθνικού Συστήματος Υγείας", λέγοντας ότι: "Στόχος του νομοσχεδίου είναι ένα δυναμωμένο ΕΣΥ, είναι ένα ΕΣΥ που θα δουλεύει περισσότερες ώρες, που θα είναι πιο ελκυστικό για τους ιατρούς και άρα θα έχει περισσότερους ιατρούς, θα έχει νέους ιατρούς με περισσότερη εμπειρία, γιατί ξεκινάμε το foundation, θα έχει ΤΕΠ με διαφορετικό τρόπο λειτουργίας και ιατρούς που έχουν εξειδίκευση στην Επείγουσα Ιατρική, άρα μπορούν να αντιμετωπίσουν τους αρρώστους καλύτερα.
Πρόκειται για ένα νέο νομοσχέδιο που δίνει στην υγεία για πρώτη φορά ένα προγραμματισμό, ένα προγραμματισμό για το τι ιατρούς χρειαζόμαστε, τι ανάγκες έχουμε στο σύστημα υγείας, πώς αξιολογούμε το σύστημα υγείας, αυτά που έχει ξεκινήσει η κυβέρνηση του του Κυριάκου Μητσοτάκη εδώ και αρκετό καιρό. Με τον ΟΔΙΠΥ, με το Γραφείο Ποιότητας Υπηρεσιών Υγείας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και τα λοιπά και επίσης με ανανεωμένα νοσοκομεία. Σήμερα έχουμε ένα ΕΣΥ και ένα ιδιωτικό τομέα γύρω στο 40%, το μεγαλύτερο από όλες τις προηγμένες χώρες της Ευρώπης.
Συστήματα πάρα πολύ ισχυρά και δεν θα αφήσω το Ρωσικό απέξω, εκτός από τη Γερμανία, έχουν πραγματικά υποστεί πολύ μεγάλα προβλήματα. Αλλά στην Ελλάδα δεν είχαμε μόνο αυτό. Έχουμε ένα πραγματικό brain drain, που χθες το συζητήσαμε και αφορά τους ειδικευμένους σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό. Είπαν από το ΣΥΡΙΖΑ ότι είχαμε μνημόνια και ότι ήταν 1 προς 5 οι προσλήψεις. Αλλά αφορά και ειδικευόμενους. Και να σας πω και το δικό μου νοσοκομείο, το ‘Σωτηρία’, ότι τον Ιούλιο του 2015 είχαμε 240 ειδικευόμενους και τον Ιούλιο του 2019 είχαμε 134. Αποκαλείτε τους εαυτούς σας προοδευτικούς. Ε, όχι, κυρίες και κύριοι δεν είστε προοδευτικοί. Είστε οπισθοδρομικοί. Θέλετε να πάτε σε ένα σύστημα υγείας που οργανώθηκε 40 χρόνια πριν, σε ένα σύστημα υγείας που ήταν σε έναν άλλο κόσμο, ασθενείς που είχαν άλλες ανάγκες, άλλη τεχνολογία, άλλες δυνατότητες. Δεν έχει καμία σχέση το τι υπήρχε πριν 30 χρόνια, πριν 40 χρόνια και τι χρειάζεται σήμερα.
Το ΕΣΥ ξεκίνησε πριν 40 χρόνια με καλούς μισθούς και είχε αρκετούς ιατρούς αρχικά. Στην πορεία, μειώθηκαν οι μισθοί και αυτό είναι ένα κομμάτι, αλλά δεν είναι αυτό το κομμάτι, γιατί ήδη συζητήσαμε χθες ότι δόθηκαν οικονομικά κίνητρα και ιατροί δεν ήρθαν. Η Σαντορίνη, που αναφέρθηκε τώρα, δίνει παραπάνω χρήματα και οι ιατροί δεν πάνε. Να σας πω και τα άλλα προβλήματα; Το πρόβλημα είναι ότι δεν έγινε ποτέ ένας σχεδιασμός για το τι πραγματικά χρειαζόμαστε. Δεν μπήκαν χρήματα στα νοσοκομεία. Την εποχή, επί ΠΑΣΟΚ ή προηγούμενων κυβερνήσεων που υπήρχαν χρήματα και που δόθηκαν μισθοί, τα νοσοκομεία δεν έγιναν αντίστοιχα των αναγκών των Ελλήνων και των αναγκών των εργαζομένων. Μεγάλες ανακαινίσεις στο νοσοκομείο, στο οποίο εγώ δουλεύω 32 χρόνια, έγιναν το 2004, παραμονή των ολυμπιακών αγώνων που ανακαινίστηκε ένα κτίριο του ‘60 και άλλη μια ανακαίνιση μεγάλη ήταν η δωρεά της Βουλής για τη ΜΕΘ των 50 κρεβατιών. Και έτσι έφτασε ένα νοσοκομείο που αντιμετώπισε τους περισσότερους ασθενείς στην πανδημία και που είχε πάρα πολύ καλά αποτελέσματα και με εκνευρίζει να λένε ότι οι ιατροί δεν ήταν καλοί και ότι η διαχείριση της πανδημίας δεν έγινε καλά, γιατί, ως ιατρός του Εθνικού Συστήματος Υγείας, αισθάνομαι πάρα πολύ περήφανη για τον τρόπο που αντιμετωπίσαμε την πανδημία και ήμασταν πάρα πολύ καλοί για τους αρρώστους μας, είμαστε εκεί και θα είμαστε εκεί, ό,τι σχέσεις εργασίας και να έχουμε.
Δίνουμε για την υγεία 1,5 δισ. από το RRF και για τα νοσοκομεία 318 εκατομμύρια, που είναι κυρίως για τα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών, όπου πονάει περισσότερο ο Έλληνας, που θα πάει ή οποιοσδήποτε ασθενής θα πάει στα τμήματα επειγόντων περιστατικών, και πρέπει να έχει γρήγορη και ασφαλή αντιμετώπιση. Και δίνουμε επίσης για την ανακαίνιση των θαλάμων, γιατί δεν γίνεται το 2022 να έχουμε 8κλινους θαλάμους, που έχουμε, με τουαλέτα στα 50 μέτρα, χωρίς τουαλέτα μέσα. Επίσης, δώσαμε για την ενεργειακή αναβάθμιση περίπου 1 δις από το προηγούμενο ΕΣΠΑ και δίνουμε άλλα περίπου 700 εκατομμύρια από το καινούργιο ΕΣΠΑ. Επίσης, αυξήσαμε τα όρια των νοσοκομείων για τα έξοδα, που το 2018 ήταν στο 1 δις 900 εκατομμύρια περίπου, σε 2 δις 700 εκατομμύρια. Άρα, γενικά υποστηρίζουμε πάρα πολύ το δημόσιο σύστημα υγείας και κάναμε μια αύξηση στους ιατρούς που πράγματι είναι μικρή. Αλλά είναι η πρώτη που έχει γίνει τα τελευταία 10 χρόνια. Είναι μια αρχή σε μια χρονιά δύσκολη που έχουμε να δώσουμε χρήματα σε όλα τα ελληνικά νοικοκυριά και σε όλες τις Ελληνικές επιχειρήσεις.
Έχουμε ιατρούς που είναι παγκοσμίως γνωστοί, που τους καλούν να κάνουν μαθήματα σε όλο τον κόσμο και να πληρωθούν για αυτά, δεν μπορούν, δεν μπορούν, γιατί δεν επιτρέπει το εθνικό σύστημα υγείας να πληρωθεί ένας ιατρός για αυτή τη δουλειά. Κάνουνε συμβουλευτική, συμβουλευτική για αθλητικούς συλλόγους. Δεν μπορούν να πληρωθούν, γιατί το απαγορεύει το εθνικό σύστημα υγείας. Τι είναι αυτό που θα κάνει ελκυστικό το σύστημα υγείας και πώς θα κρατήσουμε μέσα τους καλούς ιατρούς που είναι κράχτες για όλα τα συστήματα υγείας, που τους παίρνουν όλες οι χώρες, αν δεν τους τιμά κάποιες δυνατότητες. Πραγματικά πιστεύω στο εθνικό σύστημα και πιστεύω ότι αυτό πρέπει να είναι δουλειά όλων μας και των κομμάτων και της πολιτείας και κάθε ανθρώπου που θέλει να συνεισφέρει στο δημόσιο σύστημα υγείας".