Το πρωί της Δευτέρας 29 Αυγούστου, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου, μίλησε στο Cosmos FM για την ελληνική Ομογένεια, την επισύνδεση του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη, τα μέτρα στήριξης της κυβέρνησης, τις εκλογές και τις νέες τουρκικές προκλήσεις:
"Οι Έλληνες του εξωτερικού, οι ομογενείς μας, είναι πάντα ο πολύτιμος σύμμαχος της πατρίδας. Είναι ο πομπός, ο αναμεταδότης, ο παλμός του Ελληνισμού. Είναι η προσωποποίηση του Οικουμενικού Ελληνισμού, στην εποχή μας, σε ολόκληρο τον κόσμο. Είναι άνθρωποι που υπολογίζουμε πάνω τους, για να αποτελούν τη φωνή της Ελλάδος στον κόσμο. Η αγωνία μας είναι με τη διακυβέρνησή μας, με την πολιτική μας, με τα επιτεύγματά μας ως χώρα, ως κοινωνία, ως λαός, να τους κάνουμε υπερήφανους για την πατρίδα τους, να τους κάνουμε περήφανους για τον τόπο καταγωγής τους. Τα αισθήματά μας είναι πάντα προς την κατεύθυνση αυτή. Είναι για εμάς πολύτιμοι σύμμαχοι. Η πατρίδα τους χρειάζεται και πάντοτε υπολογίζει και ποντάρει πολλά πάνω τους.
Ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση ξεκαθάρισαν ότι θα κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι μας να συνδράμουμε θεσμικά, μέσα από τις πρωτοβουλίες του Κοινοβουλίου, έτσι ώστε να μη μείνει καμία σκιά στην υπόθεση αυτή. Να δοθούν οι απαντήσεις και, κυρίως, να θωρακίσουμε καλύτερα όλο το πλαίσιο που διέπει τη διαδικασία των νόμιμων επισυνδέσεων για να μην ξαναβρεθούμε στο μέλλον με τέτοιου είδους δύσκολες και δυσάρεστες περιπτώσεις. Με ψυχραιμία, με νηφαλιότητα και, κυρίως, με τις θεσμικές μας παρεμβάσεις, νομίζω ότι ο κάθε αντικειμενικός παρατηρητής πολύ γρήγορα θα βγάλει τα συμπεράσματά του. Μετά την περιπέτεια των Μνημονίων, η χώρα μας επέστρεψε δυναμικά στο παγκόσμιο γίγνεσθαι, όχι μόνο οικονομικά, αλλά και πολιτικά, πρωταγωνιστώντας σε μια σειρά από πολιτικές και πτυχές της ζωής διεθνώς.
Το γεγονός ότι η επισύνδεση του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη ήταν νόμιμη δεν αμφισβητείται, διότι ο νόμος είναι αυτός που ορίζει πώς μπορεί να κινείται ή πώς μπορεί να ζητείται η παρακολούθηση ενός τηλεφώνου από τις αρμόδιες Αρχές, όταν αυτές κρίνουν ότι αυτό πρέπει να γίνει. Ο νόμος αυτός είναι του 1994. Από τότε μέχρι σήμερα, έχουν μεσολαβήσει πάρα πολλές κυβερνήσεις. Καμία κυβέρνηση δεν άλλαξε το νόμο. Υπήρξαν διάφορες τροποποιήσεις σε ό,τι αφορά διαδικασίες του νόμου, αλλά η ουσία του δεν άλλαξε από καμία κυβέρνηση και αυτό δεν αμφισβητείται. Για αυτό, άλλωστε, ο πρωθυπουργός και στη συζήτηση της Παρασκευής κάλεσε όσους αμφισβητούν ότι ήταν νόμιμη η επισύνδεση, όσους αμφισβητούν ότι η εισαγγελέας έπραξε αυτά που ορίζει ο νόμος και η διαδικασία και έδωσε την άδεια, προκειμένου να γίνει νόμιμη επισύνδεση, να προσφύγουν σε ελληνικά ή σε διεθνή και σε ευρωπαϊκά δικαστήρια, προκειμένου και οι ίδιοι να πάρουν τις απαντήσεις τους και όλοι να δούμε πώς θα αξιολογήσει και η Δικαιοσύνη αυτή τη διαδικασία. Το γεγονός της νόμιμης επισύνδεσης δεν αμφισβητείται. Εκείνο που αμφισβητείται είναι η πολιτική ορθότητα και εκείνο που προέκυψε είναι ότι, όντως, χρειάζονται φίλτρα για να μην ξαναφτάσουμε στη διαχείριση υποθέσεων τέτοιων που αφορούν προβεβλημένα πολιτικά πρόσωπα. Δεν είναι μια εύκολη συζήτηση αυτή. Δεν είναι εύκολο να πεις ότι a priori κάποιος εκ της ιδιότητάς του, είτε είναι πολιτικός, είτε είναι δημοσιογράφος, είτε είναι επιχειρηματίας, είτε είναι καθηγητής, είτε είναι γεωπόνος, θα μπορεί η ιδιότητά του να τον εξαιρεί από τη δυνατότητα της Μυστικής Υπηρεσίας μιας χώρας να προβαίνει σε κινήσεις, εφόσον θεωρεί ότι αυτό πρέπει να κάνει. Πρέπει να βρεθεί μια καλύτερη ισορροπία ανάμεσα σε θέματα που αφορούν την εθνική ασφάλεια, αλλά και της προστασίας θεμελιωδών δικαιωμάτων. Δεν είναι μια απλή άσκηση αυτή, δεν είναι απόλυτες οι απαντήσεις προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Η περίπτωση του κ. Ανδρουλάκη ανέδειξε μια σειρά από διαχρονικές παθογένειες και αδυναμίες, που με θεσμικό τρόπο η Ελληνική Δημοκρατία, η κυβέρνησή μας, όπως έχει κάνει και σε άλλες περιπτώσεις, σε άλλα πεδία, οφείλει να βρει τις καλύτερες δυνατές απαντήσεις.
Πολύ καθοριστική παρέμβαση που έχει κάνει αυτή η παράταξη και αυτή η κυβέρνηση για την εμβάθυνση της Δημοκρατίας και των δικαιωμάτων στη χώρα, την πρόνοια που λάβαμε στην αναθεώρηση του Συντάγματος έτσι ώστε να μπορεί η αντιπολίτευση στην Ελλάδα να αιτείται και να συγκροτεί Εξεταστικές Επιτροπές. Αυτό που γίνεται τώρα είναι για δεύτερη φορά. Το έχει αξιοποιήσει η αξιωματική αντιπολίτευση και για μια ακόμη περίπτωση στο παρελθόν. Οφείλεται στο δικαίωμα που έδωσε στη μειοψηφία αυτή η κυβέρνηση.
Ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση έχουν προχωρήσει σε μια πολύ ουσιαστική εμβάθυνση της Δημοκρατίας και αναβάθμιση των θεσμών στη χώρα μας. Παρά το γεγονός ότι θα μπορούσαμε ως κοινοβουλευτική πλειοψηφία να σκεφτούμε να καταθέσουμε και δική μας πρόταση για Εξεταστική Επιτροπή για μια σειρά από άλλα πράγματα, επί της ουσίας, τιμούμε το δικαίωμα και τη δυνατότητα που δώσαμε στην Αντιπολίτευση. Δε θα προχωρήσουμε σε μια διαδικασία, η οποία θα ευτέλιζε την όλη περίπτωση. Μέσα από αυτή την Εξεταστική Επιτροπή πρέπει να γίνουν δύο πράγματα ταυτόχρονα. Το πρώτο που πρέπει να γίνει, βεβαίως, είναι να διερευνηθεί άμεσα, πλήρως, σε όλο της το βάθος, η υπόθεση του κ. Ανδρουλάκη. Να ερωτηθούν όσοι πρέπει να ερωτηθούν και να απαντήσουν σε αυτά που θα τους ρωτήσουν και, από εκεί και πέρα, να βγουν τα συμπεράσματα των πολιτικών κομμάτων δια των αντιπροσώπων τους στην Εξεταστική Επιτροπή και να ακολουθηθεί όλη η διαδικασία, όπως προβλέπεται. Το δεύτερο που πρέπει να γίνει είναι να καταλήξουμε σε συμπεράσματα και σε θεσμικές κινήσεις θωράκισης των διαδικασιών, έτσι ώστε να έχουμε τη μεγαλύτερη δυνατή προστασία θεμελιωδών δικαιωμάτων, χωρίς ταυτόχρονα να θέτουμε σε κίνδυνο το βασικό σκοπό και αντικείμενο των μυστικών υπηρεσιών. Για να το πετύχουμε, εκείνο που υποστηρίζει η κυβέρνηση είναι ότι θα ήταν πολύ χρήσιμο να ακουστούν οι απόψεις, οι σκέψεις, να πληροφορηθεί η Εξεταστική Επιτροπή, τον τρόπο με τον οποίο άλλες διοικήσεις, πλην της τελευταίας, τα προηγούμενα χρόνια, της ΕΥΠ, διαχειρίστηκαν αντίστοιχα ζητήματα.
Θα έχει σημασία να δούμε τι σημαίνει ότι δεν μπορούν να κυκλοφορούν ως φέιγ βολάν οι λόγοι για τους οποίους γίνονται νόμιμες επισυνδέσεις. Θα έχει μια σημασία να δούμε τον αριθμό και το ύψος των νόμιμων επισυνδέσεων όλα τα προηγούμενα χρόνια. Όχι, για συμψηφισμούς. Για να δούμε χρήσιμα συμπεράσματα πάνω σε διαχρονικές παθογένειες, για να επιβεβαιώσουν ότι αυτά δεν αφορούν μόνο μία διοίκηση ή ένα πρόσωπο που τοποθετήθηκε από μια συγκεκριμένη κυβέρνηση, αλλά είναι ένας τρόπος λειτουργίας των μυστικών υπηρεσιών που αποδίδει τα σωστά, έχει και τις αδυναμίες που πρέπει να διορθωθούν. Και μέσα από αυτή τη διαδικασία όλοι να γίνουμε σοφότεροι και να πάρουμε τις καλύτερες δυνατές αποφάσεις και πρωτοβουλίες για να μην ξαναβρεθούμε αντιμέτωποι με αντίστοιχα φαινόμενα στο μέλλον.
Ένα διαχρονικό χαρακτηριστικό της Νέας Δημοκρατίας, της ελληνικής Κεντροδεξιάς στη χώρα, είναι ότι πάντα το εθνικό είναι πάνω από το κομματικό. Ποτέ το κομματικό δεν μπορεί να είναι υπέρτερο του εθνικού συμφέροντος. Έτσι όπως εμείς αντιλαμβανόμαστε το εθνικό συμφέρον, εκείνο που χρειάζεται είναι να διατηρήσουμε τη σταθερότητα στη χώρα, να ασχοληθούμε χωρίς να υποτιμούμε τίποτα και χωρίς να υποτιμούμε τη σοβαρότητα ζητημάτων που απασχολούν την ελληνική κοινωνία. Να δώσουμε απάντηση στα ζητήματα των πολιτών, στους φόβους και τις ανησυχίες τους ενόψει ενός χειμώνα που προδιαγράφεται πολύ δύσκολος, όχι μόνο στην Πατρίδα μας, αλλά και για ολόκληρη την Ευρώπη, να προσπαθούμε με την πολιτική μας να ανακουφίζουμε την ελληνική κοινωνία και, κυρίως, εκείνους που έχουν και τη μεγαλύτερη ανάγκη, να βρίσκουμε απαντήσεις και λύσεις σε μια σειρά από ζητήματα που είναι πρωτόγνωρα, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για την Ευρώπη, μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η ενεργειακή κρίση είναι το πιο χαρακτηριστικό, ίσως και το πιο εμβληματικό από αυτά. Έχουμε αποδείξει όλο το προηγούμενο διάστημα ότι με την πολιτική μας είμαστε στο πλευρό της κοινωνίας, κάνουμε ό,τι μπορούμε, όχι για να μηδενίσουμε τις επιπτώσεις της κρίσης, αλλά για να έχει αυτή όσο το δυνατόν μικρότερο αποτύπωμα.
Ήδη για το Σεπτέμβριο, περίπου 2 δισ. ευρώ θα διαθέσει η Ελληνική Πολιτεία για να στηρίξει τους Έλληνες πολίτες για τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος, ένα γιγάντιο, το μεγαλύτερο όπως αξιολόγησε πρόσφατα το ίδρυμα Bruegel, πρόγραμμα για την ενεργειακή στήριξη σε όλη την Ευρώπη. Ταυτόχρονα, να συνεχίσουμε την υλοποίηση της πολιτικής μας, των αλλαγών και των μεταρρυθμίσεων, που έχουν πραγματικά οδηγήσει σε έναν μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία χρόνια, με ουσιαστική και ποιοτική αύξηση των εξαγωγών, με μείωση της ανεργίας, με μεταρρυθμίσεις πολύ ουσιαστικές σε μια σειρά από κρίσιμες πτυχές του Κράτους, την Παιδεία, την αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας, την ψηφιοποίηση του Κράτους, την ενίσχυση του Συστήματος Υγείας με τρόπο που να μπορέσει να αντέξει την πρωτοφανή εμπειρία του κορονοϊού και να οργανωθεί για το επόμενο διάστημα. Και, βεβαίως, για την ενίσχυση του γεωστρατηγικού και γεωπολιτικού αποτυπώματος της χώρας, τόσο σε επίπεδο διμερών σχέσεων και Συμφωνιών, που θωράκισαν ακόμα περισσότερο την Ελλάδα, όσο και στην ενίσχυση της αποτρεπτικής μας δύναμης στο πεδίο, έτσι ώστε η χώρα μας να είναι ακόμη πιο αποτελεσματική ως παράγοντας ειρήνης και σταθερότητας στο Αιγαίο και στη Ν.Α. Μεσόγειο, αλλά και ακόμη πιο αποτελεσματική και ουσιαστική στην υπεράσπιση των εθνικών μας δικαιωμάτων, των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Όλα αυτά βρίσκονται σε εξέλιξη. Η πολιτική μας συνεχίζεται με ψυχραιμία, με νηφαλιότητα, με αποτελεσματικότητα, με επαγγελματισμό, με σχέδιο και, κυρίως, με πολύ μεγάλη κοινωνική ενσυναίσθηση αντιμετωπίζουμε τις προκλήσεις και τις δυσκολίες.
Για εμάς ο πολιτικός χρόνος αξιοποιείται για να παράγουμε κάθε μέρα λύσεις και αποτελέσματα για την κοινωνία και την πατρίδα, όχι για να κάνουμε μικροπολιτικούς σχεδιασμούς. Εάν η σκέψη και η λογική του Μητσοτάκη ήταν να βρει τον κατάλληλο χρόνο για να κάνει εκλογές στο πότε θα συνέφεραν τη Νέας Δημοκρατίας, θα είχε πολλές τέτοιες ευκαιρίες στο παρελθόν να το κάνει. Δεν είναι, όμως, αυτός ο τρόπος με τον οποίο ο Έλληνας πρωθυπουργός αντιλαμβάνεται την πολιτική, δεν είναι αυτό το υπόδειγμα διακυβέρνησης που έχουμε δώσει τα τελευταία τρία χρόνια. Το δικό μας υπόδειγμα διακυβέρνησης είναι εκείνο που δεν το βάζει κάτω, δεν πετάει λευκή πετσέτα, δεν παραδίδεται στα προβλήματα και στις δυσκολίες, όσο και αν είναι σύνθετες και πρωτόγνωρες, αλλά φροντίζουμε με σκληρή δουλειά, με σχέδιο, με όραμα, πάντοτε λέγοντας την αλήθεια και βασιζόμενοι σε μια σχέση εμπιστοσύνης πολύ ακριβή με την ελληνική κοινωνία, να ψάχνουμε και να βρίσκουμε λύσεις για τους ανθρώπους και για την πατρίδα.
Είναι αλήθεια ότι το τελευταίο διάστημα είμαστε αντιμέτωποι με μια όξυνση της στάσης της Τουρκίας, κυρίως στο ρητορικό επίπεδο, με προκλήσεις στο πεδίο. Από την άλλη, όλοι περίμεναν, ενδεχομένως, ένα πιο ανήσυχο καλοκαίρι και, ευτυχώς, τα πράγματα κύλησαν πολύ καλύτερα. Αυτό που εμείς μπορούμε να κάνουμε είναι να καταστήσουμε πολύ σαφή τη θέση της χώρας σε ολόκληρο τον κόσμο, και στην περιοχή μας. Η Ελλάδα είναι μια δύναμη σταθερότητας, μια χώρα, η οποία έχει φροντίσει με την πολιτική της τα τελευταία τρία χρόνια, να μην εγκλωβίζεται σε επώδυνα διλήμματα της στιγμής, αλλά να μπορεί να χαράσσει μια μακροπρόθεσμη εξωτερική πολιτική. Για αυτό, φροντίσαμε να καταστήσουμε σαφείς όλες τις θέσεις μας, σαφή την τουρκική προκλητικότητα. Για αυτό, φροντίσαμε να πάρουμε καθαρές θέσεις σε ό,τι αφορά στα μεγάλα ζητήματα της εποχής μας, όπως η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, χωρίς αστερίσκους και μικροπολιτικές επιφυλάξεις. Για αυτό και φροντίζουμε να ενισχύουμε την αποτρεπτική μας ισχύ. Νομίζω ότι η εξωτερική πολιτική της χώρας, η ελληνική διπλωματία έχει καταφέρει να εξασφαλίσει την απόλυτη απήχηση των εθνικών θέσεων παντού: Στην ΕΕ, στις ΗΠΑ, στους συμμάχους μας. Οι διμερείς μας σχέσεις και συμφωνίες έχουν ενισχύσει το αποτύπωμά μας παντού. Η παρουσία του Έλληνα πρωθυπουργού, η τελευταία του παρουσία στις ΗΠΑ, τόσο η συζήτησή του στον Λευκό Οίκο με τον πρόεδρο Μπάιντεν, όσο και η ιστορική του ομιλία στο Κογκρέσο, νομίζω ότι έπαιξε και αυτή καθοριστικά το ρόλο της σε ό,τι αφορά την απήχηση των θέσεων της Ελλάδας, αλλά και το ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η χώρα μας στους ταραγμένους καιρούς που ζούμε. Η Ελλάδα παρατηρεί πολύ προσεκτικά, δεν πανικοβάλλεται, οφείλει να βρίσκεται σε εγρήγορση και, βεβαίως, ισχύει αυτό που λέμε πάντα: Η χώρα είναι ένας παράγοντας σταθερότητας και ειρήνης, ανυποχώρητη στα εθνικά μας δίκαια, τα οποία είναι και απολύτως κατοχυρωμένα και καλά προστατευμένα. Έχουμε τους συμμάχους στο πλευρό μας, έχουμε το δίκαιο με το μέρος μας και έχουμε και την ικανότητα να είμαστε αποτελεσματικοί και αποτρεπτικοί για να υπερασπίσουμε τα δίκαια μας απέναντι σε κάθε πρόκληση. Και προς αυτή την κατεύθυνση συνεχίζουμε".