Την Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου, συνεχίστηκε η δίκη στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι, με την κατάθεση του μάρτυρα Δημοσθένη Βονικόπουλου, ο οποίος έχασε τον αδερφό του στο τραγικό συμβάν: "Έπρεπε να είχε ειδοποιηθεί ο κόσμος να έχει φύγει εγκαίρως, να υπήρχε μια οργάνωση. Ούτε καμπάνες, ούτε σειρήνες, έγιναν λάθη δεν έκαναν τα αναγκαία για να σωθεί ο κόσμος. Προσπάθησα να εντοπίσω τον αδερφό μου. Ρωτούσα σε νοσοκομεία. Όμως, ο αδερφός μου είχε πνιγεί στη θάλασσα, προσπαθώντας να σωθεί. Η κόρη μου αντίστοιχα αντιμετωπίζει προβλήματα από εκείνη την ημέρα, δεν μπορεί ούτε τζάκι να δει αναμμένο. Ευτυχώς, οι ψαράδες έσωσαν πολύ κόσμο εκείνη την ημέρα. Μας έδωσαν υψηλό μάθημα ανθρωπιάς. Περισυνέλεξαν την κόρη μου. Πήγα να τους ευχαριστήσω και δε δέχθηκαν ούτε ένα συμβολικό αντίτιμο".
Επιπλέον, στο δικαστήριο μίλησε και η σύζυγος του κ. Βονικόπουλου, Ελένη Κουτσικού, η οποία δήλωσε: "Μπήκα στη θάλασσα και άρχισα να ψάχνω το παιδί μου. Να φωνάζω με όλες μου τις δυνάμεις. Δεν μπορούσα να το βρω. Με πήρε το κύμα μέσα. Υπήρχε μεγάλη αναστάτωση. Πεντακόσια άτομα ήταν εκεί. Κολυμπούσα τέσσερις ώρες. Όταν βγήκα στην ακτή μας πήρε το θερμικό κύμα και μας έκαιγε τα μαλλιά. Δεν μπορούσαμε να αναπνεύσουμε, μαυρίσαμε. Δυστυχώς, ζήσαμε τραγικές καταστάσεις. Καίγονταν πενήντα αυτοκίνητα. Δεν μπορούσα να αναπνεύσω. Μπήκα στη θάλασσα και συνέχισα να ψάχνω την κόρη μου. Ο κουνιάδος μου εκ’ των υστέρων έμαθα ότι τον πήρε το κύμα και πνίγηκε. Το παιδί μου κολυμπούσε τρεις με τέσσερις ώρες και σώθηκε. Πυροσβεστική, αστυνομία, περιφέρεια δεν υπήρχε. Δήμος πουθενά, ενημέρωση καμία. Ο κόσμος έτρεχε πανικόβλητος. Κολυμπούσανε και βγαίναμε λίγο έξω να αναζητάμε τους ανθρώπους μας. Υπήρχαν καμένοι που κολυμπούσαν. Όταν βγήκαμε στη Ραφήνα δεν υπήρχε ούτε ένα λεωφορείο. Προσπαθούσαμε ο ένας με τον άλλον. Δεν είχα τίποτα μαζί μου. Με έψαξε και με βρήκε μια ξαδέλφη μου η οποία επέστρεφε από την Τήνο".
Τέλος, η μάρτυρας Αγγελική Γαβάκη μίλησε για τη μητέρα της, η οποία σκοτώθηκε από τις φλόγες: "Τη χτύπησε το θερμικό κύμα στη γωνία του σπιτιού. Τη χτύπησε η φωτιά, δεν πρόλαβε. Ήταν 46 ετών, νεότατη, θα μπορούσε να τρέξει αν είχε ειδοποιηθεί. Στη γωνία του σπιτιού ήταν το πτώμα της δεν είχε προλάβει να πάρει τίποτα μαζί της. Θα μπορούσε να είχε γλιτώσει. Γιατί δεν τους είπε κανείς τίποτα; Γιατί δεν ενημέρωσε κανείς; Ένα τέταρτο νωρίτερα να είχε ενημερωθεί και θα είχε γλιτώσει και χάθηκε έτσι μια ζωή και πόσες άλλες. Μακάρι να αποδοθεί Δικαιοσύνη. Ήταν άδικο να πεθάνει με αυτό τον τρόπο. Σε κανέναν δεν αξίζει αυτό. Δεν πρόλαβε να βγει από το σπίτι".