Το πρωί της Τρίτης 12 Απριλίου, συνεχίστηκε η δίκη του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου, όπου κατηγορείται για τη δολοφονία της Καρολάιν Κράουτς στα Γλυκά Νερά, με την κατάθεση των αστυνομικών που κλήθηκαν στη σκηνή του εγκλήματος. Ο πρώτος αστυνομικός που εξετάστηκε ανέφερε ότι τον εντυπωσίασε η απάθεια του κατηγορούμενου, ενώ εντύπωση προκάλεσε στο δικαστήριο ότι ο Αναγνωστόπουλος αναφέρθηκε στη δολοφονία της γυναίκας του ως ένα συμβάν. Ειδικότερα, ο πρώτος αστυνομικός κατέθεσε ότι:
"Όταν φτάσαμε στο σημείο είδαμε τη γειτόνισσα. Κρατούσε το τηλέφωνο σε ανοιχτή ακρόαση και ακουγόταν ένας άντρας με πνιχτή φωνή και μας καλούσε σε βοήθεια. Το ένα παραθυρόφυλλο ήταν βγαλμένο στο πάτωμα. Όλα ήταν σαν ψαγμένα. Ακούσαμε τη φωνή να ζητά να ανέβουμε πάνω. Τότε είδαμε ένα μεγάλο σκυλί νεκρό να κρέμεται την κουπαστή. Καταλάβαμε ότι κάτι κακό έχει συμβεί. Οι άλλοι χώροι ήταν επίσης ακατάστατοι, μπήκαμε μέσα στο δωμάτιο και είδαμε το κρεβάτι ευθεία μπροστά, το θύμα ξαπλωμένο μπρούμυτα, φαινόταν ότι ήταν νεκρή, και τον κατηγορούμενο αριστερά από το κρεβάτι, στο πάτωμα, δεμένος χειροπόδαρα, τα χέρια και τα πόδια μαζί ενωμένα.
Είδαμε την κοπέλα δεμένη ήταν νεκρή. Ο κατηγορούμενος κάτω από το κρεβάτι. Ήταν δεμένος. Τα πόδια του δεμένα μεταξύ τους. Τα χέρια μεταξύ τους και όλα μαζί σε εμβρυακή στάση. Είχε ταινία στο στόμα και τα μάτια. Είδαμε το μωρό πάνω στο σώμα της μαμάς του Η γυναίκα ήταν πισθάγκωνα. Πρώτα λύσαμε το λαιμό και τα χέρια και μετά πήρα το μωρό από πάνω της. Όταν λύθηκε ο κατηγορούμενος έκατσε πάνω στο κρεβάτι και άρχισε να ακουμπάει τη γυναίκα σε κατάσταση να δει τι έχει συμβεί. Την κουνούσε και ρωτούσε αγάπη μου είσαι καλά; Έκανε κάποιες ενέργειες, έμοιαζε ότι βρισκόταν σε σοκ και μου ζήτησε να πάρει το μωρό αγκαλιά. Του το έδωσα. Οι κινήσεις του μας φαίνονταν άγαρμπες και κουνούσε το μωρό σαν κούκλα και προσπαθούσαμε να τον ηρεμήσουμε και να τον απομακρύνουμε.
Ήταν λίγο περίεργο. Είπαμε ότι ήταν πολύ σοκαρισμένος ή πολύ ψύχραιμος. Δεν έχω ξαναδεί τέτοια αντίδραση Μου έκανε εντύπωση η ψυχραιμία του ή η έλλειψη αντίληψης κατάστασης. Θεωρήσαμε ότι είναι σε σοκ και δεν ήθελε να πάρει το παιδί αγκαλιά. Έπρεπε κάποιος να πάρει το παιδί. Μου ζήτησε λίγο χρόνο να πάρει τους γονείς του. Τους πήρε τελικά να έρθουν να το πάρουν.
Πρόεδρος: Το παιδί είχε καταλάβει τι είχε συμβεί;
Πρώτος Αστυνομικός: Όχι δεν έκλαιγε ήταν σιωπηλό. Η γυναίκα ήταν δεμένη πισθάγκωνα με κάποιο ύφασμα και είχε περασμένο και ένα δεύτερο ύφασμα σαν ζακέτα. Όταν λύθηκε ο κατηγορούμενος έκατσε πάνω στο κρεβάτι και άρχισε να σκουντάει τη γυναίκα, σε κατάσταση ότι τι έχει συμβεί. Του είπαμε ότι έχει τελειώσει, είναι νεκρή. Έκανε κάποιες ενέργειες ότι βρισκόταν σε σοκ και ζήτησε να πάρει το μωρό αγκαλιά. Του το έδωσα αλλά επειδή οι κινήσεις του φαίνονταν άγαρμπες και κουνούσε το μωρό δεξιά αριστερά σαν κούκλα, σαν σε κατάσταση θρήνου, του το πήρα από τα χέρια.
Πρόεδρος: Δηλαδή πως ήταν;
Πρώτος Αστυνομικός: Είπαμε και με τους άλλους συναδέλφους, ότι είτε είναι πολύ σοκαρισμένος είτε είναι πολύ ψύχραιμος.
Πρόεδρος: Δηλαδή είδατε μια συμπεριφορά ακραία;
Πρώτος Αστυνομικός: Έχουμε ξαναδεί συγγενείς θυμάτων, δεν είχαμε ξαναδεί τέτοια αντίδραση.
Πρόεδρος: Τι σας έκανε εντύπωση δηλαδή;
Πρώτος Αστυνομικός: Η ψυχραιμία, ή η έλλειψη αντίληψης της κατάστασης. Αρχίσαμε να συζητάμε αυτό που είδαμε και το πρώτο που συζητήσαμε είναι ότι δεν υπήρχαν ίχνη παραβίασης. Το παράθυρο ήταν άθικτο, ήταν σαν να έχει βγει και αφεθεί στο πάτωμα. Στο ισόγειο υπήρχε μια κάμερα βγαλμένη και σπασμένη. Υπήρχε πληκτρολόγιο για συναγερμό, δεν ξέρω αν λειτουργούσε. Μας έκανε εντύπωση που είπε ότι πήρε τηλέφωνο με τη μύτη αφού ήταν δεμένος με τα χέρια μπροστά. Μας είπε ότι χτύπησε το κομοδίνο, έπεσε το κινητό και κατάφερε με τη μύτη να καλέσει την αστυνομία. Όταν το σκεφτήκαμε με ηρεμία ήταν σα να έπαιζε κάποιος θέατρο. Εκείνες τις στιγμές έμοιαζε σαν να μην καταλαβαίνει τι έχει συμβεί. Έμοιαζε σε κατάσταση σοκ. Δεν έκλαψε όταν του είπα ότι η γυναίκα του είναι νεκρή και μου ζήτησε να κρατήσει το μωρό".
Όταν τελείωσε την κατάθεσή του ο πρώτος αστυνομικός, ο κ. Αναγνωστόπουλος ζήτησε να εξετάσει τα λεγόμενα του μάρτυρα και ακολούθησε ο εξής διάλογος στο δικαστήριο:
"Αναγνωστόπουλος: Με στενοχωρεί που λέτε ότι μετά το συμβάν ‘πήρα την κόρη μου αγκαλιά για λίγο’ και με είδατε να τρέμω. Σας έδωσα το παιδί να κατέβουμε με ασφάλεια τη σκάλα και για τις επόμενες ώρες είχα την κόρη μου αγκαλιά και μέχρι να έρθουν οι γονείς μου εσείς κρατήσατε το παιδί για ένα δύο λεπτά….Μου έκανε εντύπωση που το λέτε αυτό ότι εσείς κρατήσατε το παιδί
Πρώτος Αστυνομικός: Το περιστατικό είναι γραμμένο σε υψηλή ανάλυση κεφάλι μου. Εγώ είμαι αυτός που σας έφερα κάτι να βάλετε για να μην κρυώνετε και σας έφερα τα παπούτσια σας και σας έδωσα το τηλέφωνο για τους γονείς σας. Το μωρό δεν το πήρατε καθόλου στην αγκαλιά σας. Μετά ήρθε το ΕΚΑΒ αλλά δε θυμάμαι ποιος το παρέδωσε.
Αναγνωστόπουλος: Όταν ήρθε το ΕΚΑΒ ήμουν στο περιπολικό με το παιδί. Κατεβαίνοντας στις σκάλες και στρίβοντας το τελευταίο κομμάτι είπατε ότι δεν είχα καμία αντίδραση όταν είδα το σκυλάκι. Είτε δε με είδατε είτε ήταν άλλος συνάδελφος γιατί όταν το είδα το σκυλάκι μου με συγκράτησε. Περιγράφετε μια απάθεια που δεν ήταν έτσι.
Πρώτος Αστυνομικός: Δεν είδα κάποια αντίδραση από εσάς. Εγώ δηλώνω την απάθεια και την ψυχρότητα σε ένα τέτοιο σκηνικό και υποκειμενικά πώς θα αντιδρούσα εγώ με ένα νεκρό σκύλο, τη νεκρή γυναίκα και το μωρό επάνω της.
Αναγνωστόπουλος: Αν αυτός ο άνθρωπος που είδατε ήταν σε κατάσταση σοκ που μόλις διαλύθηκε η ζωή μπροστά του…
Πρόεδρος: Το αιτιολόγησε το συμπέρασμα του ο μάρτυρας με το αποτέλεσμα της εξέλιξης των πραγμάτων. Κατέστη σαφές.."