Ακολουθεί η ομιλία του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, Νίκου Ανδρουλάκη, στην συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, για την πρόταση δυσπιστίας:
Αν ο κύριος λόγος που βρισκόμαστε σήμερα εδώ ήταν η πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε για τους δικούς του λόγους τακτικισμού ο ΣΥΡΙΖΑ, τότε όλη αυτή η διαδικασία θα είχε ελάχιστο ενδιαφέρον.
Όμως το ενδιαφέρον είναι μεγάλο γιατί υπάρχει ένα σημαντικότερο ζήτημα. Κι αυτό είναι η ακολουθία αποτυχιών της κυβέρνησης της ΝΔ.
Εδώ και δυόμιση χρόνια, υπόσχεται επιστροφή στην κανονικότητα. Κάθε τόσο ο πρωθυπουργός εξαγγέλλει το τελευταίο μίλι της πανδημίας, παρά τις ανησυχίες της παγκόσμιας επιστημονικής κοινότητας.
Την αβάσιμη αισιοδοξία της Κυβέρνησης και του κ. Μητσοτάκη διαψεύδει η ίδια η πραγματικότητα. Ζούμε σε μια εποχή διαρκών κρίσεων.
Η πρόσφατη χιονοκαταιγίδα κατέδειξε για μια ακόμα φορά ότι ο εφησυχασμός και η επικοινωνιακή διαχείριση οδηγεί μόνο σε αδιέξοδα.
Το είδαμε και με την προηγούμενη κυβέρνηση. Το να αρνείσαι να αντιμετωπίσεις τα πραγματικά δεδομένα δεν είναι προοδευτική πολιτική. Είναι ακραίος βολονταρισμός, που οδηγεί σε καταστροφές, οδηγεί σε ήττες. Ουσιαστική πολιτική είναι να προσαρμόζεσαι συνεχώς σε έναν κόσμο που αλλάζει διαρκώς. Να εξασφαλίζεις με σοβαρότητα και σχέδιο την ανθεκτικότητα της κοινωνίας μας σε αυτές τις συνεχείς κρίσεις.
Μια άλλη μεγάλη υπόσχεση της ΝΔ που διαψεύστηκε παταγωδώς ήταν η υπόσχεση για τεχνοκρατική επάρκεια και αποτελεσματικότητα.
Από τις πυρκαγιές του περασμένου καλοκαιριού μέχρι τα χιόνια που παρέλυσαν τη χώρα φέτος, και από την τραγική αντιμετώπιση της πανδημίας μέχρι τις κρίσιμες αστοχίες στην οικονομία, αυτό που αποκομίζουν οι πολίτες είναι μια αίσθηση της ανεπάρκειας, της αναξιοκρατίας και της αλαζονείας.
Γιατί είναι άλλο πράγμα η ριζική μεταρρύθμιση του κράτους, ώστε να γίνει αποτελεσματικός συμπαραστάτης του πολίτη, και άλλο να βαφτίζεις «επιτελικό κράτος» την υπερσυγκέντρωση εξουσιών στο πρόσωπο του πρωθυπουργού και μιας κλειστής ομάδας στελεχών. Ενώ συνεχίζει να επικρατεί σε ολόκληρο τον κρατικό μηχανισμό η αλληλεπικάλυψη χιλιάδων αρμοδιοτήτων. Και να παραλύει όλο το οικοδόμημα μπροστά σε μια σφοδρή αλλά αναμενόμενη εδώ και μέρες χιονόπτωση.
Η κακοκαιρία αποκάλυψε το πρόβλημα σε όλο του το μεγαλείο. Είχαμε χιλιάδες οδηγούς εγκλωβισμένους στην Αττική Οδό και σε άλλες κεντρικές αρτηρίες της πρωτεύουσας, το ξέχασε αυτό χθες ο Πρωθυπουργός. Νοσοκομεία αποκλείστηκαν, το αεροδρόμιο ουσιαστικά έκλεισε. Είναι αυτό εικόνα σύγχρονου και αποτελεσματικού κράτους; Γιατί δεν λειτούργησε το «επιτελικό κράτος» τότε που έπρεπε; Διότι δεν υπήρχε κανένας σχεδιασμός και κανένας συντονισμός. Το είδαμε πέρυσι με τη «Μήδεια», το είδαμε με τις φωτιές το καλοκαίρι, με τον «Ιανό» το φθινόπωρο, το ξαναείδαμε και τώρα.
Λάθος που επαναλαμβάνεται παύει να είναι λάθος, είναι δομική αδυναμία της σημερινής κυβέρνησης.
Ο πρωθυπουργός, μπροστά στο κύμα αγανάκτησης των πολιτών, αναγκάστηκε να ζητήσει μια μισή συγγνώμη και να δεσμευθεί ότι θα προχωρήσει στην αποσαφήνιση των αρμοδιοτήτων. Το ίδιο είχε κάνει όμως και πέρυσι, αν θυμάστε, μετά τη «Μήδεια».
Το σοβαρό πρόβλημα συντονισμού παραμένει, τόσο ανάμεσα στα συναρμόδια υπουργεία όσο και ανάμεσα σε άλλα επίπεδα διακυβέρνησης: δήμοι – περιφέρειες – κεντρικό κράτος.
Η κατάσταση συνεχίζει να θυμίζει το «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε».
Για εμάς, χρειάζεται μια μακρόπνοη και μελετημένη διοικητική μεταρρύθμιση. Ιδιαίτερα στις συνθήκες που διαμορφώνονται στη νέα εποχή, όπου το κράτος διαθέτει πιο αναβαθμισμένο ρόλο τόσο στον τομέα της οικονομίας όσο και στην αντιμετώπιση των συνεπειών από της κλιματικής κρίσης, της κλιματικής αλλαγής.
Αλλά διαψεύστηκε και η τρίτη μεγάλη υπόσχεση της ΝΔ: η ασφάλεια.
Για εμάς, είναι ζωτικό αγαθό. Η μείωση της εγκληματικότητας, η ασφάλεια στις γειτονιές, είναι θέμα δημοκρατίας. Από την άλλη όμως, ασφάλεια του πολίτη σημαίνει και πολλά άλλα πράγματα: προστασία από τις φυσικές καταστροφές, την πανδημία, την ακρίβεια, τις ανισότητες, την εργασιακή επισφάλεια.
Υπάρχει κανείς που νιώθει ασφαλής με τη διαχείριση της πανδημίας, ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες; Όλες τις προηγούμενες ημέρες είχαμε πάνω από 100 θανάτους. Από τις 9 Φεβρουαρίου 2021, όταν ο Πρωθυπουργός έκανε την περίφημη δήλωση ότι μπαίνουμε στο τελευταίο μίλι, έχουμε ανέβει τρίτοι στην ΕΕ και έβδομοι στον κόσμο σε θανάτους ανά εκατομμύριο πληθυσμού σε αυτή τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Έχουμε περάσει τη Γαλλία και την Ισπανία, και πλησιάζουμε τη Μεγάλη Βρετανία. Δεν μπορεί να γίνει συνήθεια η απώλεια εκατοντάδων συνανθρώπων μας καθημερινά. Δεν το δεχόμαστε αυτό.
Είμαστε 16οι στις 27 χώρες της ΕΕ στα επίπεδα εμβολιαστικού προγράμματος. Άλλες χώρες ετοιμάζονται να άρουν το καθεστώς μέτρων για την πανδημία, όπως η Πορτογαλία και η Δανία, όμως είναι 15 και 13 μονάδες αντίστοιχα πάνω από εμάς στον πλήρη εμβολιασμό. Εμείς, με το εμβόλιο, βρισκόμαστε στα επίπεδα που βρίσκονταν άλλες χώρες πριν το εμβόλιο, στη χειρότερη φάση της πανδημίας, με τη βοήθεια της επιστήμης.
Ανασφάλεια είναι και η ακρίβεια. Άλλη μια κρίση μέσα στην κρίση. Στη χώρα μας, ο πληθωρισμός εκτινάχτηκε στο 5,1% τον Δεκέμβριο, ενώ οι καταναλωτές, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, επιβαρύνονται ιδιαίτερα από τις μεγάλες αυξήσεις στο φυσικό αέριο κατά 135%, στο πετρέλαιο θέρμανσης κατά 34%, στα καύσιμα κατά 22% και στο ηλεκτρικό κατά 38%
Οι τιμές καταναλωτή αυξάνονται πάνω από τρεις φορές συγκριτικά με τις προβλέψεις του κυβερνητικού επιτελείου. Η Τράπεζα της Ελλάδος προβλέπει πως η ακρίβεια θα είναι παρούσα ολόκληρο το 2022 και όχι μόνο τους πρώτους μήνες, όπως ισχυρίζονταν οι αρμόδιοι υπουργοί.
Ωστόσο, η κυβέρνηση της ΝΔ πήρε ανεπαρκή οριζόντια μέτρα στήριξης των νοικοκυριών, ενώ στον προϋπολογισμό του 2022 δεν υπήρξε σημαντική παρέμβαση για την αύξηση των τιμών στην ενέργεια.
Επιπλέον, η Ελλάδα βρίσκεται σταθερά στις πιο ακριβές χώρες της Ευρώπης στη χονδρική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας. Στην εγχώρια αγορά, υπάρχουν ολιγοπωλιακές στρεβλώσεις, που πλήττουν το εισόδημα των πολιτών και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Η κυβέρνηση όμως, αποφεύγει κάθε παρέμβαση στην κατεύθυνση της ρύθμισης, για να μη θίξει τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα που υπηρετεί.
Και τέλος, υπάρχει η ανασφάλεια που αφορά την ευάλωτη οικονομία μας. Σύμφωνα με το Υπουργείο Οικονομικών, η συνολική αξία των παρεμβάσεων για την αντιμετώπιση των οικονομικών παρενεργειών της πανδημίας ανήλθε σε 43,3 δις ευρώ στη διετία 2020-2021 και ήταν το τρίτο μεγαλύτερο πακέτο στην ευρωζώνη. Ξοδέψαμε περίπου το 25% του εθνικού εισοδήματος για να αναπληρώσουμε τις απώλειες του 2020, αλλά έχουμε ένα ΑΕΠ με χειρότερη ποιότητα –καθώς οι κρατικές ενισχύσεις δεν είναι στα αλήθεια νέος πλούτος, αλλά χρέος.
Είναι ενδεικτικό ότι από τον Ιανουάριο του 2020 έως τον Μάρτιο του 2021, η Ελλάδα εμφανίζει την τρίτη μεγαλύτερη αύξηση των συνολικών καταθέσεων επιχειρήσεων και νοικοκυριών στην Ευρωζώνη. Από τα 22,5 δισ. της αύξησης αυτής, τα 6 δισ. αντιστοιχούν στα δάνεια των τραπεζών προς τις επιχειρήσεις, περίπου 4 δισ. είναι οι αναβαλλόμενοι φόροι και οι επιστρεπτέες προκαταβολές, και μόνο τα υπόλοιπα 12,5 δισ. είναι περίπου η καθαρή αποταμίευση.
Τι δείχνουν τα παραπάνω στοιχεία; Ότι οι δαπάνες της κυβέρνησης δεν κατευθύνθηκαν προς παραγωγικές επενδύσεις, διότι πολύ απλά δεν ήταν στοχευμένες. Δόθηκαν με τυφλούς ή πελατειακούς όρους, δεν ανακούφισαν όσους πραγματικά έχουν ανάγκη και αύξησαν το δημόσιο χρέος.
Ποιο είναι το αποτέλεσμα; Η ελληνική οικονομία δεν έγινε περισσότερο ανθεκτική στις κρίσεις. Η κρατική παρέμβαση, που ήταν αναγκαία, δεν οδήγησε την οικονομία προς ένα πιο εξωστρεφές, βιώσιμο και δίκαιο παραγωγικό μοντέλο. Επίσης, εν μέσω ενεργειακής κρίσης η κυβέρνηση έχει ξεμείνει από καύσιμα και όπως βλέπετε, δεν έχει τη δυνατότητα σήμερα να λάβει τα αναγκαία που πρέπει για να στηρίξει τους πιο ευάλωτους πολίτες.
Αυτό αγαπητοί συνάδελφοι, δεν είναι ο κεϋνσιανισμός που εμείς πιστεύουμε και που μπορεί να βοηθήσει ένα λαό σε εποχές ύφεσης, αλλά ένας νέος δημοσιονομικός εκτροχιασμός. Από αυτούς που μας έχει συνηθίσει η ΝΔ, όπως αυτός του κ. Καραμανλή το 2009.
Πρέπει, λοιπόν, να πετύχουμε όχι μόνο βραχυπρόθεσμα υψηλούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης, αλλά και αυτοί οι υψηλοί ρυθμοί να είναι διατηρήσιμοι –όχι μόνο για δυο τρία χρόνια. Γιατί, αν επιστρέψουμε στους μέσους μακροχρόνιους ρυθμούς των προηγούμενων δεκαετιών, της τάξης του 1,5% ετησίως, σε συνδυασμό με την μεγάλη αύξηση επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες, τότε θα οδηγηθούμε σε τοίχο. Το κόστος θα το πληρώσουν τα παιδιά μας, όπως το πληρώσαμε κι εμείς σαν γενιά, θα το πληρώσουν και οι επόμενες γενιές. Ας μην τους κληροδοτήσουμε άλλη μια νέα κρίση! Γι’ αυτό απαιτούμε σήμερα, τολμηρές μεταρρυθμίσεις όσο μπορούμε, όσο χρειάζεται, και βέβαια όσο μας δίνει τη δυνατότητα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με τις οικονομικές της επιλογές.
Αγαπητοί συνάδελφοι, η κυβέρνηση κάνει επιλογές που επιτείνουν και τις ανισότητες.
Η αύξηση του αφορολόγητου για γονική παροχή και η κατάργηση μιας στοιχειώδους προοδευτικότητας στον φόρο των ακινήτων, σε συνδυασμό με τις νέες αυξημένες αντικειμενικές αξίες, θα ρίξει πρόσθετο φορολογικό βάρος στους ώμους των πολλών και αδύναμων, προς όφελος των λίγων και ισχυρών ιδιοκτητών.
Η κυβέρνηση, αντί να ενισχύει τη μισθωτή εργασία, μειώνει επιβαρύνσεις στα μερίσματα και τα κέρδη των επιχειρήσεων.
Την ίδια στιγμή, το ποσοστό των φτωχών μεταξύ όσων πληρώνονται με τον κατώτατο μισθό στην Ελλάδα φτάνει το δυσθεώρητο 47%, και ενώ ο μέσος όρος στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι μόλις το 15%. Παρά ταύτα, είμαστε ανάμεσα στις τελευταίες χώρες ως προς την αύξηση του κατώτατου μισθού, με μόλις 2%, ενώ άλλες χώρες την ίδια περίοδο προχώρησαν σε πιο γενναία αύξηση, όπως η Πορτογαλία (6%), η Ρουμανία (9%), η Τσεχία (13%) και η Ουγγαρία (22%).
Για εμάς, η ασφάλεια του πολίτη περιλαμβάνει όλο το εύρος της ζωής του. Ασφάλεια και προστασία σημαίνει ανθεκτικότητα στις κρίσεις, αποτελεσματικοί θεσμοί, ισχυρό κοινωνικό κράτος, δίκαιη και πράσινη ανάπτυξη, αξιοπρεπής εργασία, ευκαιρίες για όλους.
Αυτός είναι λοιπόν ο βασικός λόγος που οι πολίτες ξανακοιτούν και ακούν με ενδιαφέρον τις θέσεις της σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας. Και είμαστε εδώ για να δείξουμε ότι μπορεί να υπάρξει στη χώρα μας όπως και σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη, ένα άλλο υπόδειγμα τέτοιας πολιτικής.
Τι προτείνουμε λοιπόν; Πώς θα γίνουμε ανθεκτικοί απέναντι στις διαρκείς προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής που συνεχώς θα αυξάνονται;
Η πολιτική προστασία αποκτά σε όλο τον κόσμο έναν κεντρικό ρόλο. Σε Ευρωπαϊκό επίπεδο , όπως γνωρίζετε εργάστηκα τα τελευταία χρόνια για να εκσυγχρονίσουμε τον μηχανισμό, δημιουργώντας το rescEU. Δυστυχώς, η πολιτική προστασία στην Ελλάδα, βασίζεται ακόμα στις δομές που δημιουργήθηκαν πριν από 20 χρόνια από τη δική μας παράταξη. Οι συνθήκες αλλάζουν. Το ίδιο πρέπει και εμείς. Δεν μπορεί η πρόωρη έλευση του χιονιού να θεωρείται δικαιολογία. Πρέπει να εκμεταλλευτούμε όλα εργαλεία ώστε να είμαστε έτοιμοι, όλα αυτά που η Ευρώπη σχεδιάζει, πρέπει να γίνουν ένας φάρος των δικών μας πρωτοβουλιών. Να συντάξουμε νέες, ανανεωμένες λίστες εθνικών και διασυνοριακών κινδύνων στην ευρύτερη περιοχή, ώστε να προετοιμαστούμε για οποιοδήποτε άσχημο σενάριο. Να δούμε τις αδυναμίες κάθε της περιφέρειας της Ελλάδας, σε κάθε τομέα ξεχωριστά. Μία καινοτομία του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας είναι η υιοθέτηση των Στόχων Ανθεκτικότητας, που περιγράφουν τι θα πρέπει να παραμένει λειτουργικό κάτω από τις οποιαδήποτε συνθήκες. Αξιοποιώντας τους στόχους αυτούς, μπορούμε να αναδιαμορφώσουμε και να εκσυγχρονίσουμε τα εθνικά σχέδια πολιτικής προστασίας, με σαφή οριοθέτηση αρμοδιοτήτων και ευθυνών, απαλλαγμένα από τα προβλήματα που υπάρχουν στον «Ξενοκράτη». Στηρίξαμε τη δημιουργία του Υπουργείου Πολιτικής Προστασίας, το οποίο όμως πρέπει να αποκτήσει πραγματική υπόσταση, με εξουσίες και ισχυρές διοικητικές δομές στους Δήμους και στις Περιφέρειες. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε τους ανθρώπους στο πεδίο, την Πυροσβεστική, που είναι η ραχοκοκαλιά της Πολιτικής Προστασίας στη χώρα μας, η οποία πρέπει να αναβαθμιστεί και να ενισχυθεί, τόσο σε τεχνικό, όσο και σε ανθρώπινο δυναμικό, με μορφωτικά προγράμματα και αξιοκρατία, επιτέλους, κάτι που δεν είδαμε την προηγούμενη περίοδο, με καταστροφικά αποτελέσματα το καλοκαίρι. Παρόμοια πρέπει να είναι η πολιτική μας για όλες τις μονάδες που αποτελούν το «κράτος της πρώτης γραμμής», οι οποίες χρειάζονται διαρκή εκπαίδευση, εξοπλισμό, αξιοκρατική αντιμετώπιση, συνεχή αξιολόγηση και βεβαίως, καλύτερες συνθήκες εργασίες και αμοιβές.
Όπως αποδεικνύουν οι κρίσεις που περάσαμε και περνάμε, από την οικονομία μέχρι την πανδημία, ένας ισχυρός κοινωνικός πυλώνας είναι απαραίτητο στοιχείο ενός σύγχρονου κράτους.
Η κυβέρνηση πρέπει να καταλάβει ότι δεν είναι πολυτέλεια η επένδυση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας σήμερα, αλλά είναι μια βασική προτεραιότητα στην εποχής μας.
Κάποια αγαθά, όπως η υγεία και η παιδεία, πρέπει να είναι δημόσια και διαθέσιμα για όλους.
Η πανδημία αύξησε περαιτέρω και την επιβάρυνση των ελληνικών νοικοκυριών από έξοδα στον τομέα της υγείας. Το ποσοστό ιδιωτικής δαπάνης για υγεία στην Ελλάδα είναι 35%. Μόνο η Βουλγαρία (37%) και η Λετονία (36%) έχουν υψηλότερο ποσοστό δαπάνης, οι μόνες χώρες στην ΕΕ. Και έτσι αυξάνεται το κόστος στην τσέπη του κάθε έλληνα πολίτη.
Πρέπει η υγειονομική περίθαλψη να βρίσκεται πιο κοντά στους Έλληνες. Εάν η κυβέρνηση είχε φροντίσει να ενισχύσει την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, τα νοσοκομεία δεν θα είχαν ξεπεράσει τα όριά τους, οι πολίτες θα είχαν καλύτερη πληροφόρηση και φροντίδα στην πανδημία και βέβαια, θα είχαμε καλύτερα αποτελέσματα στην εμβολιαστική κάλυψη, όπως αποδεικνύουν όλα τα στοιχεία των χωρών που έχουν επενδύσει στον Πρωτοβάθμιο Τομέα Υγείας.
Ας διδαχθούμε από τους γείτονές μας, που πλήρωσαν βαρύ φόρο στην πρώτη φάση της πανδημίας. Η Ιταλία δίνει περίπου το 10% του Ταμείου Ανάκαμψης για την ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας ενώ εμείς δίνουμε μόλις το 4,5% (1,5 δις), και βεβαίως για να έχετε μια εικόνα, από αυτά ένα μεγάλο κομμάτι θα πάει για ανακαίνιση και ενεργειακή αποδοτικότητα των κτιρίων και όχι για την ουσιαστική ενίσχυση της πρωτοβάθμιας υγείας και της υγείας συνολικά, με σύγχρονο εξοπλισμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην πρωτοβάθμια υγεία θα κατευθυνθούν μόλις 527 εκατομμύρια από τα 32 δις που εισρέουν στη χώρα.
Θα πρέπει ακόμη, αγαπητοί συνάδελφοι, να προστατεύσουμε τους συμπολίτες μας, και ιδιαίτερα τους πιο ευάλωτους, από τις συνέπειες της ακρίβειας και της ενεργειακής κρίσης, που οξύνουν ακόμη περισσότερο τις ανισότητες και αυξάνουν τα ποσοστά ενεργειακής φτώχειας. Πώς θα γίνει αυτό; Με ένα εκτεταμένο πρόγραμμα «Εξοικονομώ», πολλαπλάσιο του 1 δισ. ευρώ που έχει εντάξει η κυβέρνηση στο Ταμείο Ανάκαμψης. Με προτεραιότητα τους δικαιούχους του κοινωνικού τιμολογίου, ώστε για τα επόμενα χρόνια, κάτω από οποιαδήποτε κρίση, κάτω από οποιαδήποτε αλλαγή, να έχουν μειωθεί οι ανάγκες τους σε ενέργεια και έτσι να προστατεύονται. Επίσης για τις ενεργειακές κοινότητες πρέπει να τροποποιηθεί το υπάρχον ρυθμιστικό πλαίσιο που έφερε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ώστε να είναι δυνατή και βιώσιμη η δημιουργία τους και να μπορούν να καλύπτουν τις ανάγκες τους αγρότες, κτηνοτρόφοι, παραγωγοί. Με την τοποθέτηση χιλιάδων φωτοβολταϊκών στις στέγες, το έχω πει πολλές φορές, με προτεραιότητα στους αδύναμους Έλληνες. ώστε κι αυτοί να μπορούν να παράξουν ένα μέρος της ενέργειας που καταναλώνουν. Με τις πραγματικές επενδύσεις στην αναβάθμιση του ηλεκτρικού δικτύου. Δε μπορεί ενώ σε κάθε κακοκαιρία χιλιάδες νοικοκυριά έχουν χωρίς ρεύμα για ημέρες, η κυβέρνηση να διαθέτει μόλις 60 εκατ. ευρώ για την υπογειοποίηση του δικτύου στις πόλεις και άλλα 40 εκατ, για τις δασικές εκτάσεις. Την ίδια στιγμή όμως επιδοτεί την αλλαγή οικοσυσκευών. Αν είναι δυνατόν να είναι αυτή η προτεραιότητα ενώ υπάρχουν τόσο μεγάλες ανάγκες στον τομέα που σας είπα ως χώρα.
Με την ενίσχυση της διασυνδεσιμότητας και της δυναμικής που μπορεί να διαχυθεί με την παραγωγή ενέργειας, όχι μόνο σε κάποιους ισχυρούς, αλλά σε ευρύτερα στρώματα του ελληνικού λαού. Με αυτό τον τρόπο, θα γίνει γρηγορότερη η αποσύνδεσή μας από τα ορυκτά καύσιμα. Με αυτό τον τρόπο θα μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το ράλι των τιμών στην ενέργεια, και όχι να είμαστε η μόνη χώρα που αύξησε παρακαλώ την εξάρτησή της από το φυσικό αέριο, επιβαρύνοντας τους καταναλωτές, εν μέσω αυτής της ενεργειακής κρίσης.
Με ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για τη Δυτική Μακεδονία και την Μεγαλόπολη, όπου οι τοπικές κοινωνίες βρίσκονται καθημερινά αντιμέτωπες με τη φτωχοποίησή τους. Άλλωστε η Πράσινη Μετάβαση αν δεν είναι κοινωνικά δίκαιη, θα αποτύχει παταγωδώς.
Χρειάζεται επίσης να υπάρξει αποφασιστική δημόσια παρέμβαση για να εξασφαλιστούν αξιοπρεπείς όροι διαβίωσης για όλους. Η ακρίβεια έχει ήδη διαβρώσει τα εισοδήματα και αμέσως τις επόμενες εβδομάδες έρχεται νέο κύμα ανατιμήσεων, στα αγαθά που απαρτίζουν το καλάθι των νοικοκυριών, στα είδη λιανικής αλλά και στις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας και στα ενοίκια.
Είναι απολύτως αναγκαίες οι βραχυπρόθεσμες παρεμβάσεις και τα στοχευμένα μέτρα ανακούφισης, όπως το επίδομα θέρμανσης και η μείωση του ΦΠΑ σε βασικά αγαθά και στην ενέργεια. Η κυβέρνηση βέβαια επέλεξε τις οριζόντιες παροχές.
Εκτός από τα επιδοματικά μέτρα, χρειάζονται και πιο μακροπρόθεσμες πολιτικές με ρυθμιστικό χαρακτήρα, που δεν έχουν κανένα δημοσιονομικό κόστος. Ας ακολουθήσουμε το παράδειγμα της Πορτογαλίας. Εκεί, η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση θωράκισε έγκαιρα τη χώρα με τη ρύθμιση της αγοράς ενέργειας, ώστε σήμερα να έχει τον χαμηλότερο πληθωρισμό στην ΕΕ. Ας τολμήσουμε να ενισχύσουμε τον ρόλο των ανεξάρτητων ρυθμιστικών αρχών, και ιδιαίτερα της υποστελεχωμένης Επιτροπής Ανταγωνισμού, αφού αυτή η κυβέρνηση δεν είναι διατεθειμένη να παρέμβει η ίδια.
Γενικότερα, ένα από τα πιο κρίσιμα μέτρα για την ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών είναι προφανώς η αύξηση του κατώτατου μισθού, με παράλληλη μείωση του μη μισθολογικού κόστους για τις επιχειρήσεις. Το κάνουν όλες οι χώρες της ΕΕ, το έκανε ακόμη και η Γερμανία, παρόλο που ένα σημαντικό κομμάτι του πολιτικού συστήματος, είχε πολλές επιφυλάξεις. Δεν επιβεβαιώθηκαν οι επιφυλάξεις.
Το μοντέλο της «φτηνής ανάπτυξης» είναι πια παρωχημένο στο σύνολο της ΕΕ και είναι μακριά από την ατζέντα της σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας.
Έχουμε σήμερα στα χέρια μας το σημαντικό εργαλείο του Ταμείου Ανάκαμψης. Δεν θα το έχουμε όμως κ. Μητσοτάκη για πάντα. Γι’ αυτό είναι αδιανόητο, ότι έχει κάνει το Ταμείο Ανάκαμψης η κυβέρνηση ένα διευρυμένο ΕΣΠΑ.
Παραδίδει μάλιστα όλο το ποσό των δανείων, 12 δισ. ευρώ, στα ελληνικά και ξένα τραπεζικά ιδρύματα, παραχωρώντας έτσι το δικαίωμα να αποφασίσουν αυτοί ποιες επενδύσεις θα χρηματοδοτηθούν και ποια θα είναι η παραγωγική βάση της χώρας στο μέλλον. Βέβαια, με βάση τα δικά τους κριτήρια, που είναι τα κριτήρια της αγοράς. Ουσιαστικά, οι λίγοι που είχαν ήδη πρόσβαση σ’αυτή την ρευστότητα θα συνεχίσουν να έχουν, ενώ οι πολλοί και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα συνεχίσουν να είναι αποκλεισμένες.
Όλα τα παραπάνω καταδεικνύουν ότι κανένα σχέδιο δεν υπάρχει για την αναγκαία αναπροσαρμογή της ελληνικής οικονομίας, για να αλλάξουμε το παραγωγικό μας μοντέλο, ενώ απουσιάζει πλήρως κάθε πρόταση μείωσης των κοινωνικών και περιφερειακών ανισοτήτων.
Είναι θέμα διαφορετικών προτεραιοτήτων.
Αγαπητοί Συνάδελφοι,
Όπως βλέπουμε όλο αυτό το τελευταίο διάστημα γύρω μας, καθημερινά, με κόπο και προσπάθεια, η Δημοκρατική Παράταξη γίνεται ξανά, μέρα με τη μέρα πρωταγωνιστής. Όλο και περισσότεροι Έλληνες παρακολουθούν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την προσπάθεια που κάνουμε.
Τις προηγούμενες ημέρες είδαμε δύο πανομοιότυπες ανακοινώσεις της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ, τι δείχνει αυτή η νέα τους στάση; Ότι αργά αλλά σταθερά ο άξονας του πολιτικού συστήματος που διαμορφώθηκε το 2012, αρχίζει να μετατοπίζεται προς όφελος του ΠΑΣΟΚ και της Δημοκρατικής Παράταξης.
Η πρόταση που κατέθεσε ο κ. Τσίπρας, που γνωρίζει εκ των προτέρων ότι δεν θα δημιουργήσει κανένα, μα κανένα θεσμικό αποτέλεσμα σήμερα το βράδυ. Αντιθέτως μάλιστα, ακυρώνει το αίτημα του ίδιου για έκτακτες εκλογές, αφού σήμερα, η κυβερνητική πλειοψηφία όπως φαντάζεται και φανταζόμαστε, θα επιβεβαιώσει την εμπιστοσύνη της Βουλής, αποκλείοντας οποιαδήποτε συζήτηση και αίτημα για εκλογές για τους επόμενους έξι μήνες.
Ποιος φάσκει, λοιπόν και αντιφάσκει; Ποιος, ψάχνοντας σωσίβιο, προσφέρει σανίδα σωτηρίας στον κ. Μητσοτάκη, καθώς επιτρέπει σήμερα στον πρωθυπουργό, όπως είδαμε και χθες το βράδυ, να συγκριθεί με τα γνωστά απογοητευτικά αποτελέσματα, με τα πεπραγμένα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, αντί να κριθεί για τα γιγαντιαία προβλήματα που δημιουργεί ο ίδιος σε όλους τους τομείς της οικονομικής και κοινωνικής μας ζωής.
Ο ανταγωνισμός όμως μεταξύ Κυβέρνησης και Αξιωματικής Αντιπολίτευσης για το ποιος από τους δύο ήταν λιγότερο καταστροφικός, έχει κουράσει απολύτως τον ελληνικό λαό.
Είναι αντιαισθητικό το θέαμα της κοκορομαχίας των δύο πρωθυπουργών που έχουν ανταγωνίζονται ποιος κατάφερε τη μεγαλύτερη αποτυχία σε θέματα κρίσεων και φυσικών καταστροφών.
Ο κύριος Μητσοτάκης μπορεί νιώθει ασφαλής να συγκρίνεται με τον κύριο Τσίπρα. Αυτή του όμως η ασφάλεια είναι επίπλαστη, γιατί όλο και περισσότεροι πολίτες καταλαβαίνουν ότι αυτός ο φαύλος κύκλος για τη χώρα πρέπει να σταματήσει γιατί καθηλώνει το μέλλον του ελληνικού λαού.
Ο κ. Μητσοτάκης, όσο περνούν οι μέρες, καταλαβαίνει ότι η πολυπόθητη αυτοδυναμία αρχίζει να του κουνά το μαντήλι και καταφεύγει σε διάφορα παλαιοκομματικά παιχνίδια. Νιώθει ότι απειλείται η εύθραυστη ισχύς του και οδηγούνται σε πρακτικές που η παράταξη μας καταδικάζει και τις θεωρεί αντικοινοβουλευτικές. Δε μπορεί αλλιώς να εξηγηθεί η στάση του Προέδρου της Βουλής, να επιβάλλει στην Κοινοβουλευτική μας Ομάδα να συνεδριάσει στις 8 το πρωί, κάτι που δεν έχει ξαναγίνει στα κοινοβουλευτικά χρονικά. Να απαγορεύεται να συνεδριάσει μια Κοινοβουλευτική Ομάδα την ώρα της λειτουργίας της Ολομέλειας, ενώ είναι γνωστή πρακτική.
Φίλες και φίλοι, αν νομίζουν ότι αυτές οι αποφάσεις μας δημιουργούν κάποιο εμπόδιο, ξεγελιούνται. Το μόνο που καταφέρνουν είναι να συσπειρώνουν τον κόσμο της Δημοκρατικής Παράταξης και να τους απαξιώνουν ακόμη περισσότερο στα μάτια του ελληνικού λαού.
ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ βλέπουν λέει αντιφάσεις στην απόφασή μας να υπερψηφίσουμε την πρόταση δυσπιστίας αλλά να μη ζητάμε εκλογές, ενώ θρηνούμε κάθε εβδομάδα εκατοντάδες συνανθρώπους μας από την πανδημία, θέλω μόνο να εκφράσω και εγώ μια απορία.
Πότε στα κοινοβουλευτικά χρονικά της μεταπολίτευσης έπεσε κυβέρνηση έπειτα από πρόταση δυσπιστίας; Ποτέ. Άρα γιατί μας ψέγουν, τι περιμένουν από τη σημερινή διαδικασία. Μόνο πολιτικά αποτελέσματα και μηνύματα θα στείλει αυτή η διαδικασία και το μήνυμά μας είναι σαφέστατο: Η ΝΔ έχει αποτύχει και χρειάζεται μια αλλαγή ο τόπος, κι αυτή προοδευτική αλλαγή είναι σοσιαλδημοκρατική παράταξη, που έχει αίσθηση δημοσίου συμφέροντος, αίσθηση της ευθύνης και προοδευτική πυξίδα για τον τόπο.
Ποιος φάσκει λοιπόν και αντιφάσκει;
Εμείς ή ο κύριος Τσίπρας και ο κ. Μητσοτάκης; Ο κ. Τσίπρας έλεγε ότι με 50 θανάτους εκείνη την ημέρα που είχε κάνει τη δήλωση, είναι αδιανόητο να ζητάει εκλογές. Και ξαφνικά σήμερα με τους διπλάσιους, θεωρεί ότι η συγκυρία είναι ευνοϊκότερη;
Και σε τελική ανάλυση, ποιον άλλον εκτός από τη Δημοκρατική Παράταξη συμφέρουν σήμερα περισσότερο οι εκλογές; Ποιος άλλος εκτός από εμάς είναι σε σαφή ανοδική πορεία όταν αυτοί χάνουν συνεχώς δυνάμεις;
Όμως η πυξίδα η δική μας δεν είναι το κομματικό συμφέρον, είναι το συμφέρον του ελληνικού λαού. Δεν είμαι θιασώτης της φιλοσοφίας ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Γι’αυτό κρίνουν εξ’ιδίων τα αλλότρια.
Και το κυριότερο είναι ότι ούτε εμείς ούτε καμία δύναμη της αντιπολίτευσης δεν μπορεί να επιβάλει τις εκλογές. Τις εκλογές θα τις επιβάλει ο ελληνικός λαός, οι πολίτες, που καθημερινά αποσύρουν την εμπιστοσύνη τους από την κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη . Οι πολίτες, που αποστρέφονται τον λαϊκισμό του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αποστρέφονται και τον ελιτισμό της ΝΔ. Αυτοί θα προσφέρουν την πολιτική αλλαγή και την αλλαγή των κοινωνικών συσχετισμών. Θα τις επιβάλει λοιπόν το αίτημα για προοδευτική αλλαγή στον τόπο, για μια άλλη πορεία. Και εμείς θα είμαστε έτοιμοι να να ανταποκριθούμε σε αυτό το αίτημα, όποτε και εάν γίνουν οι εκλογές.
Είμαστε έτοιμοι για την ολική επαναφορά της Δημοκρατικής Παράταξης, για ένα καλύτερο μέλλον για όλους, για την αξιοκρατία, τη διαφάνεια, την κοινωνική δικαιοσύνη.
Ακούω ότι ο κ. Μητσοτάκης θα κατέβει στις επόμενες εκλογές με την αντιπαράθεση ανάμεσα στο χθες και στο σήμερα. Εμάς λοιπόν δεν μας αρέσει ούτε το χθες του κ. Τσίπρα, ούτε το σήμερα του κ. Μητσοτάκη και εργαζόμαστε για το μέλλον του ελληνικού λαού. Γιατί πιστεύουμε, πραγματικά το πιστεύουμε με την καθημερινή δουλειά μας, ότι θα είμαστε το αύριο, το αύριο που χρειάζεται ο τόπος.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
Υπερψηφίζουμε λοιπόν την πρόταση δυσπιστίας, για να στείλουμε ένα σαφές μήνυμα στην κυβέρνηση της ΝΔ, που οι επιλογές της καθιστούν την κοινωνία μας μια κοινωνία χαμηλών προσδοκιών, δεν αξίζει αυτός ο τρόπος στον ελληνικό λαό. Η χώρα μας χρειάζεται όραμα και όχι διαχειριστές μεγάλων, καθημερινών αποτυχιών. Χρειάζεται μια νέα σελίδα για τον τόπο. Μια σελίδα που μόνο μια Σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση, με γνώμονα την κοινωνική δικαιοσύνη και την αξιοπρέπεια, μπορεί να προσφέρει.
Απευθυνόμαστε λοιπόν σε όλους, και κυρίως στους νέους, στους πιο ευάλωτους, τους εργαζόμενους, που είναι το μέλλον της πατρίδας μας, και τους λέμε ότι εμείς, δεν θα τους απογοητεύσουμε.
Εκφράζουμε την αγωνία του απλού ελληνικού λαού, να απαλλαγεί η πατρίδα μας από χρόνιες παθογένειες, από το πελατειακό κράτος και να απελευθερωθούν από τα εμπόδια που υπάρχουν οι παραγωγικές δυνάμεις της χώρας, για να δημιουργήσουν, να παράξουν πλούτο, να κοιτάξουν μπροστά.
Είναι βαρύ το ιστορικό φορτίο που έχουμε αναλάβει αγαπητοί συνάδελφοι.
Ενωμένοι όμως, με πίστη στις αξίες μας κατανοώντας τις απαιτήσεις του σύγχρονου κόσμου, μπορούμε να τα καταφέρουμε. Και με μια ισχυρή παράταξη, τη Δημοκρατική Παράταξη και το ΠΑΣΟΚ, να χτίσουμε ξανά την Ελλάδα της αξιοπρέπειας, την ισχυρή Ελλάδα στην Ευρώπη, την ισχυρή Ελλάδα στον κόσμο. Την Ελλάδα που κάθε έλληνας και κάθε ελληνίδα από τις επόμενες γενιές θα μπορούν να ονειρεύονται ένα καλύτερο αύριο.
Αυτό θα υπηρετήσουμε, γι’αυτό θα αγωνιστούμε. Καλό μας αγώνα και καλή δύναμη.
Και πραγματικά, θέλω να σας ευχαριστήσω για την παρουσία σας στο Κοινοβούλιο αυτές τις ημέρας, γιατί ο κάθε ένας από εσάς, αποδεικνύει ότι η πυξίδα του είναι η αίσθηση του δημοσίου συμφέροντος.
Και να’στε σίγουροι, θα προχωρήσουμε μαζί, θα τα καταφέρουμε μαζί να πετύχουμε τον στόχο μας και η παράταξη μας θα είναι ξανά ο ισχυρός πρωταγωνιστής που θα ανατρέψει τον φαύλο δικομματισμό της Δεξιάς και του ΣΥΡΙΖΑ.