Τα τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά και ζάχαρη αλλάζουν τον εγκέφαλό μας και εάν τρώμε τακτικά έστω και μικρές ποσότητες από αυτά, ο εγκέφαλος μαθαίνει να τα καταναλώνει και στο μέλλον.
Αυτό διαπίστωσαν ερευνητές του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ για την Έρευνα του Μεταβολισμού σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Γέιλ. Γιατί μας αρέσουν τόσο πολύ τα ανθυγιεινά και παχυντικά τρόφιμα; Πώς αναπτύσσεται αυτή η προτίμηση στον εγκέφαλό μας; «Πιστεύουμε ότι ο εγκέφαλος μαθαίνει αυτή την προτίμηση», εξηγεί ο Σαρμίλι Έντουιν Θαναράγια, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης.
Για να ελέγξουν αυτή την υπόθεση, οι ερευνητές έδωσαν σε μια ομάδα εθελοντών μια μικρή πουτίγκα που περιείχε πολύ λίπος και ζάχαρη, καθημερινά για οκτώ εβδομάδες, επιπλέον της κανονικής τους διατροφής. Μια άλλη ομάδα έλαβε μια πουτίγκα που περιείχε τον ίδιο αριθμό θερμίδων, αλλά λιγότερο λίπος. Η εγκεφαλική δραστηριότητα των εθελοντών μετρήθηκε πριν και κατά τη διάρκεια των οκτώ εβδομάδων. Η απόκριση του εγκεφάλου σε τροφές με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά και ζάχαρη αυξήθηκε σημαντικά στην ομάδα που έτρωγε την πουτίγκα με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη και λιπαρά έπειτα από οκτώ εβδομάδες. Αυτό ενεργοποίησε ιδιαίτερα το ντοπαμινεργικό σύστημα, δηλαδή την περιοχή στον εγκέφαλο που είναι υπεύθυνη για τα κίνητρα και την ανταμοιβή. Οι ερευνητές υποθέτουν ότι η προτίμηση στα ζαχαρούχα τρόφιμα θα συνεχιστεί και μετά το τέλος της μελέτης.
«Νέες συνδέσεις δημιουργούνται στον εγκέφαλο και δεν διαλύονται τόσο γρήγορα. Εξάλλου, το όλο νόημα της μάθησης είναι ότι εφόσον μάθεις κάτι, δεν το ξεχνάς τόσο εύκολα», εξηγεί ο Μαρκ Τιτγκεμέγιερ από το ίδιο Ινστιτούτο, ο οποίος ηγήθηκε της μελέτης.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ